Τρίτη 7 Ιανουαρίου 2020

Μαθησιακές δυσκολίες και Δυσλεξια



Λέγοντας Μαθησιακές Δυσκολίες, αναφερόμαστε σε μια διάγνωση που προκύπτει από ειδικές δυσκολίες στην ανάγνωση, τη γραφή, την ορθογραφία, την αριθμητική κ.α., Αυτές επισημαίνονται κάνοντας ειδικά τεστ στα παιδιά. Όταν οι επιδόσεις του παιδιού σε αυτά τα τεστ είναι σημαντικά κατώτερες από τις αναμενόμενες σε σχέση με την ηλικία, το νοητικό επίπεδο και το επίπεδο της τάξης στην οποία φοιτά το παιδί, τότε μιλάμε για μαθησιακές δυσκολίες. 

Τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες συνήθως έχουν καθυστέρηση στην ομιλία ή έκφραση στην λόγου, αδυναμία στην ανάγνωση ή στην γραφή, δυσκολία στην λογική επεξεργασία πληροφοριών και επικοινωνία, δυσλεξία, τραυλισμό κ.τ.λ. 

Σε ένα παιδί υπάρχουν ενδείξεις από πολύ μικρή ηλικία ότι θα παρουσιάσει στο μέλλον μαθησιακές διαταραχές. 

Οι μαθησιακές δυσκολίες εμφανίζονται κατά τις πρώτες τάξεις του δημοτικού σχολείου, όταν ένα παιδί δυσκολεύεται να ανταποκριθεί στις εκπαιδευτικές απαιτήσεις.
Υπάρχουν δύο κατηγορίες μαθησιακών δυσκολιών: οι γενικές μαθησιακές δυσκολίες και οι ειδικές μαθησιακές δυσκολίες (δυσλεξία). 

Το να καταλάβουμε και μάλιστα έγκαιρα, τις μαθησιακες ιδιαιτερότητες ενός παιδιού, έχει τεράστια σημασία. Έχοντας διαγνώσει έγκαιρα, μπορούμε να αντιμετωπίσουμε το όποιο μαθησιακό πρόβλημα, κάτι που βοηθάει και στο να αποκατασταθεί το παιδί στο σωστό σημείο εκκίνησης για την ηλικία του, αλλά και στην αποφυγή των ψυχολογικών προβλημάτων που του προκαλεί η καθημερινή αποτυχία, ενδεχομένως η κοροϊδία από συμμαθητές και συνεπώς ενδεχόμενη απόρριψη στο σχολείο και στο σπίτι. 

Αν δε συμβεί αυτό από το άμεσο περιβάλλον του παιδιού, η κριτική και η απόρριψη μπορούν να χειροτερέψουν περισσότερο την ήδη φορτισμένη κατάσταση. Οι γονείς συχνά αφήνουν το χρόνο να κυλήσει γιατί δε γνωρίζουν ότι μπορούν να κάνουν κάτι για την ουσιαστική αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος, ή φοβούνται να αποδεχτούν ότι το παιδί τους έχει κάποιο πρόβλημα που θα πρέπει να λυθεί πηγαίνοντας το σε κάποιο ειδικό και έτσι (συνήθως) ελπίζουν ότι αυτές οι δυσκολίες του παιδιού τους θα εξαφανισθούν όσο μεγαλώνει. 

Ωστόσο, η έγκαιρη παρέμβαση είναι καθοριστική. Η σωστή συναισθηματική και εκπαιδευτική προσέγγιση του παιδιού είναι δυνατόν να αλλάξει αποφασιστικά τη στάση του απέναντι στο σχολείο. Έχει αποδειχθεί εξάλλου πως όσο πιο έγκαιρα γίνει η διάγνωση, τόσο καλύτερα ένα παιδί αξιοποιεί την βοήθεια που του παρέχεται. Μελέτες επισημαίνουν πως αν παρέμβαση ξεκινήσει νωρίς, τα αποτελέσματα είναι θεαματικότερα. 

Υπάρχουν φυσικά κατάλληλα εκπαιδευμένα άτομα, όπως οι εργοθεραπευτές-λογοθεραπευτές, να αξιολογήσουν τις δεξιότητες του παιδιού ανάλογα με την ηλικία του και ανάλογα με το αναπτυξιακό στάδιο που βρίσκεται. Στην συνέχεια φτιάχνουν εξατομικευμένα προγράμματα με συγκεκριμένες δραστηριότητες, ασκήσεις και παιχνίδια. Αν μιλάμε για την προσχολική ηλικία, η βοήθεια από τους ειδικούς, γίνεται κυρίως στους παρακάτω τομείς: γνώσεις, γλώσσα, κίνηση, αυτοεξυπηρέτηση και κοινωνική συμπεριφορά. 

Για την έγκαιρη διάγνωση μαθησιακών προβλημάτων, οι ακόλουθες ενδείξεις μπορούν να βοηθήσουν να εντοπιστούν τα παιδιά που θα αντιμετωπίσουν μαθησιακές δυσκολίες στη μαθητική τους ζωή: 

- Αναγραμματισμός όταν μιλάνε 

- Μπερδεύουν λέξεις που μοιάζουν 

- Έχουν περιορισμένο λεξιλόγιο και κάνουν γραμματικά και συντακτικά λάθη 

- Δυσκολεύονται να αποστηθίσουν τραγούδια 

- Δε μπορούν να διηγηθούν κάτι που τους συνέβη ή να αφηγηθούν μια ιστορία βάζοντας τη σε σωστά χρονικά πλαίσια. Αφήνουν ελλειπείς προτάσεις. 

- Δυσκολεύονται να ονομάσουν αντικείμενα που βρίσκονται στο άμεσο περιβάλλον τους ψάχνοντας να βρουν τη σωστή λέξη καθώς μιλάνε, ή καταφεύγοντας σε χειρονομίες προκειμένου να επικοινωνήσουν με το συνομιλητή τους. 

- Μερικές φορές, δυσκολεύονται να σχεδιάσουν ορισμένα σχήματα 

- Δεν ξέρουν να γράψουν το όνομά τους ή το γράφουν λάθος 

- Συγχέουν γράμματα που μοιάζουν οπτικά 

- Ξεχνάνε εύκολα, για παράδειγμα το πρόγραμμα για το σχολείο την την επόμενη μέρα 

- Ξεχνούν τα πράγματά τους στο σχολείο 

- Αφαιρούνται και αδυνατούν να μείνουν συγκεντρωμένα σε μια δραστηριότητα 

- Δυσκολεύονται να επαναλάβουν με τη σωστή σειρά τις ημέρες της εβδομάδας και τις εποχές.
- δυσκολεύονται στη σωστή χρήση χρονικών επιρρημάτων. 

Η διάγνωση μπορεί να πραγματοποιηθεί στο τέλος της δευτέρας τάξης του δημοτικού, όπου έχει ολοκληρωθεί πλήρως η εκμάθηση της γραφής και της ανάγνωσης μέσα από τη χρήση τεστ ανάγνωσης, κατανόησης, γραφής και ορθογραφίας, ανάπτυξης θέματος, αριθμητικής, και διαφόρων ψυχομετρικών εργαλείων. 

Η δυσλεξία, μια από τις σημαντικές μαθησιακές δυσκολίες, επηρεάζει τη ζωή εκατομμυρίων παιδιών και ενηλίκων σε όλο τον κόσμο, με σημαντικές ψυχολογικές και κοινωνικές συνέπειες. 

Εκδηλώνεται σε παιδιά με φυσιολογική ή και ανώτερη ευφυΐα. Δεν πρέπει να συγχέεται με προβλήματα προφορικής έκφρασης ή με χαμηλή νοημοσύνη. Επίσης αφορά μαθητές και ενήλικες, όχι νήπια. 

Η διάγνωση της δυσλεξίας αποτελεί σύνθετη διαδικασία, που δεν περιορίζεται στην παρουσία ορθογραφικών λαθών. Περιλαμβάνει ποικιλία ελλειμμάτων στη γραφή και την ανάγνωση. 

Θα πρέπει φυσικά για να καταλήξουμε εκεί, να είμαστε σίγουροι για τυχόν οργανικές διαταραχές, σωστή σχολική εκπαίδευση, ευνοϊκό οικογενειακό περιβάλλον, φυσιολογική ή και ανώτερη νοημοσύνη, ενώ πρέπει να διαπιστωθεί, βάσει εξειδικευμένων τεστ, ότι η αναγνωστική ηλικία του μαθητή είναι κατά δύο χρόνια χαμηλότερη από τη νοητική του ηλικία. 

Φυσικά, οι επιπτώσεις της δυσλεξίας δεν υπάρχουν μόνο στα γράμματα. Μπορεί να βρίσκεται σε μαθηματικά σύμβολα, σε νότες κλπ. 

Από πολλούς η δυσλεξία θεωρείται γονιδιακά προερχόμενη, δηλαδή ότι συνήθως κληρονομείται από κοντινούς συγγενείς που είχαν αυτή την κατάσταση. Η δυσλεξία έχει ένα χαρακτηριστικό ισόβιου χαρακτήρα, δηλαδή, όσο κι αν το θέλει δεν μπορεί να απαλλαχθεί από αυτό, μπορεί μόνο να βοηθηθεί. 

Μολονότι η ακριβής αιτιολογία του συνδρόμου της δυσλεξίας είναι άγνωστη, φαίνεται ότι έχουμε να κάνουμε με δυσλειτουργία συγκεκριμένων περιοχών του εγκεφάλου ο οποίος είναι φυσιολογικός κατά τα άλλα, πολλές φορές μάλιστα μπορεί να είναι και μεγαλοφυής. Η εν λόγω δυσλειτουργία αφορά κυρίως το αριστερό ημισφαίριο του εγκεφάλου που συνδέεται με την ανάπτυξη του γραπτού λόγου. Αυτό στα δυσλεκτικά άτομα συχνά αντισταθμίζεται με την υπερλειτουργία περιοχών του δεξιού ημισφαιρίου, που σχετίζονται με τη φαντασία και τη δημιουργικότητα. 

Έτσι, τους είναι πιο εύκολο να χρησιμοποιούν τη φαντασία τους για να πετύχουν πράγματα. Σκέφτονται περισσότερο με εικόνες του μυαλού παρά με λόγια. Έχουν μια διαισθητική ικανότητα να λύνουν προβλήματα και καταστάσεις. 

Και πως τα βοηθάμε? Είναι η ερώτηση. Πως μπορούμε να εξασκήσουμε τα παιδιά στο να αλλάζουν τρόπο σκέψης για να μπορούν να ανταπεξέλθουν? 

Πλέον, γίνονται νέες μελέτες για τη βοήθεια των παιδιών με βοηθητικά προγράμματα μέσω υπολογιστών, χρησιμοποιώντας λογισμικό για σύνθεση φωνής (χρήση συνθετικής ομιλίας). Στο μέλλον θα πρέπει η βοήθεια αυτή να υπάρχει στα σχολεία καθόλη τη διάρκεια της εκπαίδευσης των παιδιών με δυσλεξία, προς το παρόν όμως, τι καλύτερο μπορούμε να κάνουμε για τα παιδιά αυτά? 

Ποιος θα ήταν ένας αποτελεσματικός τρόπος εκμάθησης στα παιδιά; Είναι γνωστό ότι η επαφή με κάθε μορφή τέχνης αναπτύσσει την αισθητική εμπειρία του ατόμου και καλλιεργεί τη δημιουργική του ικανότητα, καθώς και την ικανότητα του για κριτικό στοχασμό. Φιλόσοφοι και παιδαγωγοί έχουν τονίσει τη συμβολή των τεχνών στην ανάπτυξη της φαντασίας του ατόμου και στη δυνατότητα, που του προσφέρουν να αντιλαμβάνεται την εμπειρική πραγματικότητα μέσα από μια διαφορετική σκοπιά με δημιουργική προοπτική. Από τους βασικούς σκοπούς άλλωστε της εκπαίδευσης είναι η σφαιρική ανάπτυξη του ατόμου σε επίπεδο γνωστικό, ηθικό, κοινωνικό, συναισθηματικό. 

Η αξιοποίηση επομένως της τέχνης στην εκπαιδευτική διαδικασία αποτελεί εγχείρημα μεγάλης παιδευτικής αξίας για το μαθητή. Η σύγχρονη εικαστική δημιουργία σε όλες τις μορφές της, ζωγραφική, γλυπτική, χαρακτική, κατασκευές, δρώμενα, video, νέες τεχνολογίες, φωτογραφία μπορούν να ενεργοποιήσουν τις αισθήσεις, να εμπλουτίσουν με ερεθίσματα και εμπειρίες το παιδί, να αναπτύξουν τη φαντασία, να δώσουν νέες γνώσεις, διόδους έκφρασης συναισθημάτων, αντιλήψεων, να ενισχύσουν τη δημιουργικότητα του παιδιού και την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης. 

Το περιεχόμενο των ασκήσεων και των δραστηριοτήτων της εικαστικής αγωγής διαμορφώνεται με τέτοιο τρόπο ώστε να ενδυναμώνει και αναπτύσσει τις γνωστικές, αντιληπτικές, σωματικές και συναισθηματικές λειτουργίες του κάθε παιδιού με φυσιολογική ή μη ανάπτυξη. 

Η ζωγραφική και η ψυχολογία είναι δυο τομείς άρρηκτα συνδεδεμένοι μεταξύ τους καθώς ο ένας συμπληρώνει τον άλλο. Έτσι, η δημιουργική διαδικασία στην οποία εμπλέκονται και η ώθηση για καλλιτεχνική αυτοέκφραση βοηθά τους ανθρώπους και ιδίως τα μικρά παιδιά στην επίλυση των συγκρούσεων και προβλημάτων τους, στο να αναπτύξουν διαπροσωπικές δεξιότητες, στη διαχείριση της συμπεριφοράς, στη μείωση του στρες καθώς και στην αύξηση της αυτοεκτίμησης, της αυτογνωσίας και της διορατικότητας. 

Τα παιδιά μέσα από το σχέδιο και τη ζωγραφική παράγουν ποικίλες οπτικές μορφές, η αποκωδικοποίηση των οποίων αποτελούν ισχυρό μέσο αποτύπωσης σκέψεων, ιδεών, συναισθημάτων, προσδοκιών τους. 

Το ίδιο συμβαίνει και με ένα πίνακα ζωγραφικής. Μπορεί να αποτυπώνει συναισθήματα, επιθυμίες, να αφηγείται ένα σημαντικό γεγονός. Η έρευνα έχει ακόμη δείξει ότι η συμβολή των εικαστικών τεχνών συμβάλλει στη θετική στάση των μαθητών προς το σχολείο και κατ’ επέκταση στη σχολική τους επιτυχία. 

Όταν μάλιστα αξιοποιείται στα μαθήματα, οι εικαστικές τέχνες συμβάλλουν στην προσφορά υψηλής ποιότητας μάθησης και μάλιστα δημιουργικής καθώς η γνώση που επιτυγχάνεται είναι ολόπλευρη και σφαιρική (αισθητική, δημιουργική, γνωστική, νοητική, συναισθηματική, κοινωνική). Έτσι, οι μαθητές αναπτύσσουν την προσωπικότητά τους και αποδίδουν νόημα στον κόσμο γύρω τους . 

Ας μην ξεχνάμε ότι το 50% αυτών που διδάσκονται οι μαθητές της προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικίας επιτυγχάνεται μέσα από τις εικόνες. Σε κάθε περίπτωση, οι εικαστικές τέχνες αποτελούν αναπόσπαστο και σημαντικό κομμάτι της εκπαίδευσης, αποτελούν διακριτό γνωστικό αντικείμενο και απαιτείται ισότιμη αναγνώριση και αξιοποίησή τους λόγω της μεγάλης παιδαγωγική τους προσφοράς. 

Τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες ή διάσπαση προσοχής μέσα από ένα συστηματικό πρόγραμμα εκπαίδευσης με βάση τη ζωγραφική και το παιχνίδι αναπτύσσουν τις δεξιότητες τους με ευχάριστο και συνάμα δημιουργικό τρόπο δίχως να παραπονεθούν για κόπωση ή μειωμένο ενδιαφέρον. 

Η μάθηση σε παιδιά με τις συγκεκριμένες ιδιαιτερότητες και δυσκολίες θα πρέπει είναι εμπλουτισμένη με ασκήσεις και δραστηριότητες που σταδιακά εντείνουν την προσοχή, την αντίληψη και τη συγκέντρωση του παιδιού καθώς και να διατηρούν την περιέργεια, τον αυθορμητισμό και την παιδικότητα της ηλικίας. 

Η στείρα και αυστηρή σε πλαίσια μάθηση αποτελεί τροχοπέδη για την απόκτηση γνώσης και φυσιολογικής ψυχοσυναισθηματικής ανάπτυξης των παιδιών με τις συγκεκριμένες δυσκολίες μάθησης. 

Συνεπώς, γίνεται αντιληπτό πως η ζωγραφική και το παιχνίδι διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην πορεία και εξέλιξης της ανάπτυξης του παιδιού και πιο συγκεκριμένα στον τομέα της μάθησης και εκπαίδευσης ικανοτήτων.


Σχετικό βραβευμένο βιντεάκι: